- ενασπάζομαι
- ἐνασπάζομαι (Α)δέχομαι με ευχαρίστηση, πρόθυμα, αποδέχομαι, υποδέχομαι, καλωσορίζω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ασπάζομαι — (AM ἀσπάζομαι) 1. φιλώ 2. χαιρετώ θερμά, αγκαλιάζω 3. (για γνώμες, απόψεις) αποδέχομαι, παραδέχομαι 4. τυπικός χαιρετισμός στο τέλος επιστολής («σε ασπάζομαι») μσν. νεοελλ. 1. φιλώ, προσκυνώ εικόνες, άγια λείψανα ή νεκρό 2. προσχωρώ, προσκολλώμαι … Dictionary of Greek
τἀνασπώμενα — ἀνασπώμενα , ἀνασπάω draw pres part mp neut nom/voc/acc pl ἀνασπώμενα , ἀνασπάω draw pres part mp neut nom/voc/acc pl ἐνασπώμενα , ἐνασπάζομαι welcome fut part mp neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)